Articuli:
Nom. sg. ὀ ἀ τό || Nom. pl. οἰ αἰ τά
Acc. sg. τόν τάν τό || Acc. pl. τοίς ταίς τά
Gen. sg. τώ τάς τώ || Gen. pl. τών τάν τών
Dat. sg. τῴ τᾴ τῴ || Dat. pl. τοίς ταίς τοίς
Pronomina personalia:
1sg.: Nom. ἔγω; Acc. ἔμε, με; Gen. ἔμεθεν, μεθεν; Dat. ἔμοι, μοι
2sg.: Nom. σύ; Acc. σέ, σε; Gen. σέθεν; Dat. σοί, τοι
3sg.: Acc. ϝέ; Gen. ϝέθεν; Dat. ϝοι
1pl.: Nom. ἄμμες; Acc. ἄμμε; Gen. ἀμμέων; Dat. ἄμμι
2pl.: Nom. ὔμμες; Acc. ὔμμε; Gen. ὐμμέων; Dat. ὔμμι
3pl.: Acc. ἄσφε; Gen. σφῶν; Dat. ἄσφι
Pronomina possessiva:
1sg. ἔμος, α, ον
2sg. σός, ά, όν
1pl. ἀμμέτερος, α, ον; ἄμμος, α, ον
2pl. ὐμμέτερος, α, ον?
ΣΑΠΦΩ
ὀνία = ἀνία «grief, sorrow» (Sapph.1.3 C)
τυῖδε = τῇδε «in this way, hāc (lat.)» (Sapph.1.5 C)
ποτα = ποτε «ever, umquam (lat.)» (Sapph.1.5 C)
ἐτέρωτα/ἀτέρωτα = ἑτέρωθι (κἀτέρωτα = καὶ ἑτέρωθε) «elsewhere, alibi (lat.)» (Sapph.1.5 C)
πήλοι = τηλοῖ «far, longe (lat.)» (Sapph.1.6 C)
ὐπαδεύξαισα = ὑποδεύξασα (aor. part. fem. ὑποζεύγνυμι) «subiugo (lat.)» (Sapph.1.9 C)
δί(ν)νημι = δινεύω «whirl» (δίννεντες Sapph.1.11 C)
μέσσος = μέσος «medius (lat.)» (Sapph.1.12 C)
μάκαιρα = μάκαρ (f.) «blessed, happy» (Sapph.1.13 C)
κάλη(μ)μι = καλέω «call, summon» (Sapph.1.16 C)
ἀδικήω = ἀδικέω «wrong, injure» (Sapph.1.20 C)
αἰ = εἰ «if» (Sapph.1.5 C)
δέκομαι = δέχομαι «take, receive» (Sapph.1.22 C)
ὄσσος = ὅσος «as much/many as, as large as; how much/many!, how large!» (Sapph.1.26 C)
ναῦον = ναός (át. νεώς) «temple, shrine» (Sapph.2.1 C)
δεῦρυ = δεῦρο «hither, huc (lat.)» (Sapph.2.1 C)
ὄππᾳ = ὅπη «quā (lat.)» (Sapph.2.2 C)
ὔσδος = ὄζος «branch» (Sapph.2.5 C)
βρόδον = ῥόδον «rose» (Sapph.2.6 C)
μέλλιχος = μείλιχος «gentle» (Sapph.2.11 C)
ὀμμ(ε)ίγνυμι = ἀναμείγνυμι (perf. part. ὀμμεμείχμενον = ἀναμεμείγμενον) «mix up, mix together» (Sapph.2.15 C)
κε = ἄν (Sapph.5.3 C)
ϝοῖσι = οἷς (dat. pl. ὅς) (Sapph.5.6 C)
πόημι = ποιέω «make, do» (Sapph.5.9 C)
πάροιθα = πάροιθε(ν) «before, in the presence of» (Sapph.5.11 C)
πόθεννος = πόθεινος «longed for» (Sapph.15.3 C)
στρότος = στρατός «army» (Sapph.16.1 C)
πέσδος = πέζος «on foot» (Sapph.16.1 C)
κῆνος = (ἑ)κεῖνος «ille (lat,)» (Sapph.16.3 C)
ὄττις = ὅστις (ὄττω = οὕτινος) «whoever, whichever, quisquis (lat.)» (Sapph.16.3 C)
πάγχυ = πάνυ «perfectly, very; by all means» (Sapph.16.5 C)
περρέχω = περιέχω «embrace, surround» (Sapph.96.9 C)
καλλείπω = καταλείπω «leave behind» (Sapph.16.9 C)
ὀν = ἀνά (vid. infra ὀνψύχω)
ὔπα = ὑπό (vid. supra ὐπαδεύξαισα)
βόλλομαι = βούλομαι «will, wish» (Sapph.16.17 C)
ἀμάρυχμα = ἀμάρυγμα «sparkle» (Sapph.16.18 C)
πεδά = μετά (Sapph.53.4 C)
ἀπικνέομαι = ἀφικνέομαι «arrive at, reach» (Sapph.17.18 C)
τέουτος (fem. τεαύτα) = τοιοῦτος «of this/that sort, such (as this)» (Sapph.23.4 C)
παννυχίσδω = παννυχίζω «celebrate a night-festival» (Sapph.23.13 C)
ἀπύ = ἀπό (Sapph.27.3 C)
ἄγι, ἄγιτε = ἄγε, ἄγετε «come on!» (Sapph.27.2 C)
ζαλέγω = διαλέγω «pick out» (Sapph.27.3 C)
ἀππέμπω = ἀποπέμπω «send off, dismiss» (Sapph.27.7 C)
ὐμᾶλιξ = ὁμῆλιξ «of the same age» (Sapph.30.7 C)
ὤνηρ = ἁνήρ (contr. ὁ ἀνήρ) «the man» (Sapph.31.2 C)
ὐπατρέχω = ὑποτρέχω «run under» (Sapph.31.10 C)
ὄππα = ὄμμα «eye» (Sapph.31.11 C)
ὄρη(μ)μι = ὁράω «see» (Sapph.31.11 C)
κακχέω = καταχέω «pour down» (Sapph.31.13 C)
ἀγρέω = αἱρέω «take, seize» (Sapph.31.14 C)
ἔμμι = εἰμί «sum (lat.)» (Sapph.31.15 C)
αἴθε = εἴθε «utinam (lat.)» (Sapph.33.1 C)
σελάννα = σελήνη «moon» (Sapph.34.1 C)
φάεννος = φαεινός «shining» (Sapph.34.2 C)
ὄπποτα = ὁπότε «when(ever)» (Sapph.34.3 C)
μάομαι = μαίομαι «seek after» (Sapph.36 C)
ποθήω = ποθέω «long for, yearn after» (Sapph.36 C)
στάλαχμος = σταλαγμός «dropping, dripping» (Sapph.37.1 C)
νόημμα = νόημα «thought» (Sapph.41.1 C)
ὄρπετον = ἑρπετόν «walking animal, creeping thing, snake» (Sapph.130.2 C)
ἆς = ἕως (conj.) «as long as, while; until» (Sapph.45 C)
κασπολέω = καταστελῶ (fut.) / κατασταλῶ (aor. subj. pass.) (< καταστέλλω) «arrange, lower» (Sapph.46.2 C)
ὀνψύχω = ἀναψύχω «refresh, revive by fresh air» (Sapph.48.2 C)
δοκίμωμι = δοκιμόω (=δοκέω) «think, seem» (Sapph.52 C)
ὄρανος = οὐρανός «sky» (Sapph.52 C)
βροδόπαχυς = ῥοδόπηχυς «rosy-armed» (Sapph.53 C)
κατθναίσκω = καταθνῄσκω «die away» (κατθάνοισα Sapph.55.1 C)
κἀν = καὶ ἐν (Sapph.53.3 C)
ἴα = μία (fem. εἷς) «una (lat.) (Sapph.56.1 C)
βράκος = ῥάκος «garment» (Sapph.57.3 C)
στύμα = στόμα «mouth» (Sapph.58.6 C)
χελύννα = χελώνη «tortoise, tortoise-shell (sounding-board of lyre)» (Sapph.58.8 C)
αὔως = ἠώς (Att. ἕως) «aurora (lat.)» (Sapph.58.15 C)
φίλη(μ)μι= φιλέω «love» (Sapph.58.21 C)
ἀέλιος/ἄλιος = ἥλιος «sun» (Sapph.58.22 C)
ὄνοιρος = ὄνειρος «dream» (Sapph.63.1 C)
ὄτα = ὅτε «when, whenever» (Sapph.63.2 C)
ζά = διά (Sapph.63.4 C)
ἔον = ἦν (1sg. imp. εἰμί) (Sapph.63.7 C)
ἄνητον = ἄνηθον «anise, dill» (Sapph.81.2 C)
ἀέρρω = ἀείρω «lift» (συναέρραισ’ Sapph.81.2 C)
Ψάπφω = Σαπφώ «Sappho» (Sapph.1.20 C)
πεδέπω = μεθέπω «follow after, cherish» (Sapph.94.8 C)
ὀμναῖσαι = ἀναμνῆσαι (aor. inf. act. ἀναμιμνήσκω) «call to mind, remember» (Sapph.94.10 C)
ἶρος = ἱερός «holy, sacred» (Sapph.94.25 C)
ἔπερθα = ὕπερθεν? «above» (Sapph.95.7 C)
ἔερσα = ἕρση «dew» (Sapph.96.12 C)
ζαφοίταμι = διαφοιτάω «wander» (Sapph.96.15 C)
ποι = που «anywhere, somewhere» (Sapph.96.17 C)
κῆθι = ἐκεῖθι «there» (Sapph.96.18 C)
ἔμμα = εἷμα «garment» (κἄμματα<καὶ ἔμματα Sapph.44.9 C)
αἰμίονος = ἡμίονος «mule» (Sapph.44.15 C)
βράδινος = ῥαδινός «slender, taper» 102.2 C)
πέρροχος = περίοχος «superior» (Sapph.106 C)
σάμβαλον = σάνδαλον «sandal» (Sapph.110.2 C)
πέμπε = πέντε «five» (πεμπε-βόηα Sapph.110.2 C)
πίσσυγγος = πίσυγγος «shoemaker» (Sapph.110.3 C)
ἴψοι = ὑψοῦ «high (adv.)» (Sapph.111.1 C)
ὐμήναος = ὑμέναιος «hymenaeus, the wedding or bridal song» (Sapph.111.2 C)
Ἄρευς = Ἄρης «Ares» (Sapph.111.5 C)
μέσδων = μείζων (comp. μέγας) «bigger) (Sapph.111.6 C)
ἄραμαι = ἀράομαι «pray to» (Sapph.141.6 C)
αἰμιτύβιον = ἡμιτύβιον «napkin» (Sapph.119 C)
δαύω = ἰαύω «sleep» (Sapph.126 C)
καττύπτω = κατατύπτω «strike, beat» (Sapph.140.2 C)
κῆ = ἐκεῖ «there» (Sapph.141.1 C)
ὄλπις = ὄλπη «leathern oil-flask» (Sapph.141.3 C)
βασίληες = βασιλεῖς (nom./voc. pl. βασιλεύς) «king» (Sapph.161.2 C)
κατεύδω = καθεύδω «(lie down to) sleep» (Sapph.168b.4 C)
δύγος = ζυγόν «iugum (lat.)» (vid. infra σύνδυγος)
σύνδυγος = σύζυγος «coniunx «lat.» (Sapph.213.2 C)
μόλθακος = μαλθακός «soft» (Sapph.46.1 C)
ὐπίσσω = ὀπίσω «backwards, retro (lat.)» (Sapph.19.7 L-P)
κατισδάνω = καθιζάνω «sit down» (Sapph.43.7 L-P)
μύγις = μόγις «hardly, scarcely» (Sapph.62.7 L-P)
ΑΛΚΑΙΟΣ
ἀσυ(ν)νέτη(μ)μι = ἀσυνετέω «fail to understand» (Alc.326.1 L-P)
φορήμμεθα = φορούμεθα (1pl ind. mp φορέω) «to bear» (Alc.326.4 L-P)
ζάδηλος = διάδηλος «with holes in it» (Alc.326.7 L-P)
χόλαισι = χαλῶσι (3pl χαλάω) «slacken, loosen» (Alc.326.9 L-P)
ἄγκοννα = ἄγκοινα «halyard» (Alc.326.9 L-P)
βίμβλις = βυβλίς «cords of βίβλος» (Alc.326.13 L-P)
σάωμι = σῴζω «save» (σάοι Alc.326.13 L-P)
ἔχυρος = ὀχυρός «firm, lasting» (Alc.6.8 L-P)
δρόμ[ωμεν = δραμῶμεν (1pl subj. δρομέω? = τρέχω) «run» (Alc.6.8 L-P)
ἰμέρρω = ἱμείρω «long for, yearn after» (Alc.130.18 L-P)
καρύζω? = κηρύσσω «announce, proclaim» (Alc.130.19 L-P)
βόλλα = βουλή «council» (Alc.130.20 L-P)
τωνδέων = τῶνδε (gen. pl. ὅδε) (Alc.130.21 L-P)
ὄννελην = ἀνέλειν (aor. inf. act. ἀναιρέω) «take up; destroy, kill» (Alc.130.27 L-P)
οἵκημμι = οἰκέω «inhabit, settle» (Alc.130.31 L-P)
κρίννω = κρίνω «separate, decide» (Alc.130.32 L-P)
κάτεσσαν = καθεῖσαν (3pl aor καθίζω) «set, place» (Alc.129.3 L-P)
Ζόννυσ(σ)ος = Διόνυσος «Dionysus» (Alc.129.9 L-P)
τέρτος = τρίτος «third» (Alc.129.7 L-P)
σκέθω = σχέθω «hold» (Alc.129.8 L-P)
κακκτάνοντες = κατακτάνοντες (aor. part. κατακτείνω) «kill, slay» (Alc.129.19 L-P)
φύσγων = φύσκων «pot-belly» (Alc.129.21 L-P)
βραϊδίως = ῥᾳδίως «easily» (Alc.129.22 L-P)
κυνία = κυνέη «cap, helmet» (Alc.357.3 L-P)
θόρραξ = θώραξ «breast, trunk; coat of mail, scale armour» (Alc.357.6 L-P)
κτέννω = κτείνω «kill» (Alc.350.6 L-P)
μαχαίτας = μαχητής «fighter, warrior» (Alc.350.6 L-P)
δισχέλιοι = δισχίλιοι «two thousand» (Alc.69.2 L-P)
γινώσκω = γιγνώσκω «perceive, recognize, know» (Alc.69.6 L-P)
πεδέχω = μετέχω «share» (Alc.70.3 L-P)
πώνω = πίνω «drink» (Alc.332.2 L-P)
αὐάτα = ἄτη «bewilderment» (Alc.70.5 L-P)
κρέτος = κράτος «strength, power» (Alc.141.1 L-P)
ῥήα = ῤᾶ «easily» (Alc.34.7 L-P)
πήλοθεν = τηλόθεν «from afar» (Alc.34.10 L-P)
ἔννεκα = ἕνεκα (Alc.42.1 L-P)
Πέρραμος = Πρίαμος «Priam» (Alc.42.2 L-P)
γέννατο = ἐγένητο (3sg aor γίγνομαι) «be born» (Alc.327.2 L-P)
αἱμίθεος = ἡμίθεος «half-god» (Alc.327.13 L-P)
ἄλειππα = ἄλειμμα «unguent» (Alc.45.7 L-P)
κρετέω = κρατέω «rule over, conquer» (Alc.38.6 L-P)
ἄλλοτα = ἄλλοτε «at another time» (κἄλλοτα Alc.38.11 L-P)
ἄτερος = ἕτερος «the other» (Alc.346.5 L-P)
ἐνεικάμενος = ἐνεγκόμενος (aor. part. φέρω) «bring» (Alc.335.4 L-P)
καββάλλω = καταβάλλω «throw down» (Alc.338.5 L-P)
γνόφαλλον = κνέφαλλον «wool torn off» (Alc.338.8 L-P)
ἄνητον = ἄνηθον «anise» (Alc.362.1 L-P)
δέρα = δειρή «neck, throat» (Alc.362.1 L-P)
ὐπαθυμίς = ὑποθυμίς «a garland worn on the neck» (Alc.362.2 L-P)
κἀς = καὶ ἐς (Alc.117b.27 L-P)
ἀλάθεα = ἀλήθεια «truth» (Alc.366 L-P)